Κάποιοι το γνωρίζουν ως μπισκοτολούκουμο, άλλοι το λένε τιριτόμπα. Τιριτόμπα το έλεγε και ο παππούς μου. Από εκείνον το έμαθα αυτό το ταπεινό γλυκάκι που, σε καιρούς όπου τα γλυκά ήταν είδος πολυτελείας, το εφηύραν οι παλιοί για να γλυκάνουν τις μέρες τους και να συνοδεύουν το καφεδάκι τους.
Φτιαγμένο με αγάπη και απλότητα, δυο μπισκότα πτι-μπερ αγκαλιάζουν προσεκτικά ένα κομμάτι λουκούμι, σαν μικρό σάντουιτς, που πιέζεται απαλά, ενώνοντας το τραγανό με το μαστιχωτό σε μια γεύση που ξυπνάει μνήμες και χαμόγελα. Είναι η “ιεροτελεστία” που έφερνε κοντά μικρούς και μεγάλους γύρω από το τραπέζι και γέμιζε το σπίτι με τη μυρωδιά των λουκουμιών. Τριαντάφυλλο, μαστίχα, περγαμόντο...
Ήταν εκείνο το απλό γλύκισμα που συνόδευε τις συζητήσεις, τις ιστορίες του παππού και τα γέλια της γιαγιάς, που έκανε τις καθημερινές στιγμές λίγο πιο ζεστές, λίγο πιο φωτεινές. Ένα γλυκό μικρό θαύμα που έδινε γλύκα και παρηγοριά όταν ο κόσμος έξω ήταν πιο δύσκολος, όταν αυτά που εμείς τώρα θεωρούμε αυτονόητα ήταν για πολλούς άπιαστα όνειρα.
Σήμερα, το μπισκοτολούκουμο παραμένει ζωντανό, σαν μια γλυκιά ανάμνηση που ταξιδεύει μέσα στο χρόνο, μια γεύση που μας κρατάει κοντά στις ρίζες και στη θύμηση των αγαπημένων μας...